Μετά τον ΑΦΜ οι φορολογούμενοι αποκτούν και barcode που θα τον χρησιμοποιούν στις αγορές τους. Πρόκειται, για έναν από τους τρόπους που προωθεί το υπουργείο Οικονομικών για την ηλεκτρονική υποβολή των στοιχείων των αποδείξεων που συγκεντρώνουν οι φορολογούμενοι, προκειμένου να εξασφαλίσουν το αφορολόγητο όριο των 12.000 ευρώ.

Με τους bar codes οι φορολογούμενοι θα αναγνωρίζονται ως συναλλασσόμενοι από τα ηλεκτρονικά συστήματα του υπουργείου και θα απαλλάσσονται από την υποχρέωση να υποβάλουν οι ίδιοι ηλεκτρονικά τα στοιχεία των αποδείξεων. Στην περίπτωση αυτή, η αποστολή των στοιχείων θα γίνεται από την επιχείρηση.

Το σχέδιο που έθεσε χθες σε τεχνική διαβούλευση η Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων του υπουργείου Οικονομικών, προβλέπει την υποχρεωτική υποβολή των στοιχείων των αποδείξεων λιανικής πώλησης ή παροχής υπηρεσιών από τις επιχειρήσεις και τους φορολογούμενους.

Οι τρεις τρόποι
Η ηλεκτρονική υποβολή θα εφαρμόζεται για τις αποδείξεις του 2011 (φορολογικές δηλώσεις 2012) και μετά, καθώς τις αποδείξεις που θα μαζέψουν φέτος οι φορολογούμενοι θα τις αποστείλουν στην εφορία σε κλειστό φάκελο.

Τα στοιχεία των αποδείξεων θα υποβάλονται ηλεκτρονικά στη ΓΓΠΣ με τρεις εναλλακτικούς τρόπους:

1. Ηλεκτρονική υποβολή των αποδείξεων από τον φορολογούμενο. Ο φορολογούμενος θα καταγράφει τα στοιχεία κάθε απόδειξης σε ηλεκτρονική εφαρμογή που παρέχεται από τρίτους (ιδιώτες). Την εφαρμογή αυτή, θα μπορεί να εκτελεί είτε στον προσωπικό του υπολογιστή, είτε στο κινητό του τηλέφωνο είτε απευθείας στο διαδίκτυο. Για κάθε απόδειξη πρέπει υποχρεωτικά να καταγράφονται τα εξής στοιχεία: ημερομηνία έκδοσης απόδειξης, συνολικό ποσό και ΑΦΜ επιχείρησης. Προαιρετικά θα παρέχεται η δυνατότητα καταγραφής δύο ακόμη στοιχείων: της ώρας που πραγματοποιήθηκε η συναλλαγή και του μοναδικού αριθμού της απόδειξης.

Τα στοιχεία αυτά θα υποβάλονται ετήσια, μέσω της εφαρμογής, μαζί με τη φορολογική δήλωση. Οι φορολογούμενοι θα έχουν τη δυνατότητα σταδιακής υποβολής των στοιχείων των αποδείξεων σε προγενέστερο χρόνο, ώστε οι αποδείξεις να προστίθενται σταδιακά στη ηλεκτρονική «μερίδα» τους στη ΓΓΠΣ. Η παρακολούθηση της «μερίδας» θα γίνεται από ειδική ιστοσελίδα του ηλεκτρονικού διαδικτυακού συστήματος taxisnet της ΓΓΠΣ. Στη σελίδα αυτή θα εμφανίζεται το σύνολο των αποδείξεων των οποίων τα στοιχεία υποβλήθηκαν.

Οι αποδείξεις, με τον τρόπο αυτό, θα περνάνε αυτόματα σε οικογενειακή ηλεκτρονική «μερίδα» του φορολογούμενου και θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν κατά την υποβολή της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος (έντυπο Ε1), η οποία θα είναι υποχρεωτικά ηλεκτρονική.

2. Αποστολή των στοιχείων της απόδειξης και του κωδικού του φορολογούμενου από την επιχείρηση. Κάθε φορολογούμενος θα αποκτήσει ένα «μοναδικό αριθμό συναλλασσόμενου», που θα έχει τη μορφή γραμμωτού κωδικού (bar code). Για να λάβει τον bar code ο φορολογούμενος θα πρέπει να υποβάλει αίτηση στο Τaxisnet. Μέσω του bar code θα συσχετίζεται αυτόματα κάθε συναλλαγή του φορολογούμενου με τον ΑΦΜ του. Για το σκοπό αυτό σε όλες τις ταμειακές μηχανές των επιχειρήσεων θα ενσωματωθεί σύστημα καταγραφής συναλλαγών.

Με την πραγματοποίηση της συναλλαγής, το σύστημα καταγραφής της ταμειακής μηχανής, με ειδικό μηχάνημα scanner θα «σαρώνει» τον bar code του πελάτη και θα καταγράφει τα στοιχεία του μαζί με τα λοιπά στοιχεία της συναλλαγής. Στη συνέχεια, τα στοιχεία της συναλλαγής, στα οποία θα περιλαμβάνονται και τα στοιχεία του πελάτη, θα αποστέλλονται αυτόματα από την ταμειακή μηχανή στη ΓΓΠΣ και θα περνάνε στην ηλεκτρονική «μερίδα» του.

Για να είναι δυνατή η «σάρωση» του bar code από το σύστημα της ταμειακής μηχανής, ο πελάτης θα πρέπει να φέρει μαζί του τον bar code εκτυπωμένο σε έντυπο ή να τον έχει αποθηκευμένο σε ηλεκτρονική μορφή στο κινητό του. Με την ολοκλήρωση της συναλλαγής, της καταγραφής και αποστολής των στοιχείων θα εκδίδεται η απόδειξη, πάνω στην οποία θα τυπώνεται κείμενο το οποίο θα αναγράφει «Καταχωρίσθηκε ηλεκτρονικά-δεν υποβάλλεται», ώστε ο φορολογούμενος να ξέρει ότι δεν χρειάζεται πλέον να υποβάλει ο ίδιος την απόδειξη.

3. Σάρωση των στοιχείων των αποδείξεων από το φορολογούμενο και ηλεκτρονική υποβολή τους. Πάνω σε κάθε απόδειξη θα εκτυπώνεται ένας γραμμωτός κωδικός δύο διαστάσεων. Ο κωδικός θα περιέχει όλα τα στοιχεία της συναλλαγής και ο φορολογούμενος θα καλείται ο ίδιος να «σαρώνει» τον κωδικό αυτό μέσω του κινητού του ή μέσω scanner, προκειμένου, στη συνέχεια να εισάγει τα στοιχεία της απόδειξης στην ηλεκτρονική εφαρμογή υποβολής αποδείξεων που θα έχει στη διάθεσή του, στον υπολογιστή του, στο κινητό του ή στο διαδίκτυο.